Απ’ το μπαλκόνι της μπροστά
και απόψε η θάλασσα περνά
στα κύματά της τρυφερά
μικρά παράπονα ακουμπά
να ταξιδέψουν.
Και εκείνη έκρυψε νωρίς
στη μέσα χώρα της σιωπής
μια άλλη θάλασσα ζωής
μα απόψε δίπλα της κανείς
να την ξοδέψουν.
Κάπου θα υπάρχει μια γιορτή
να χωράει τη θλίψη αυτή
και ας έφτασε αργά
θέλει να φτάσει ως εκεί
μα είναι κύμα οι δισταγμοί ξανά
θάλασσα θάλασσα είναι και η καρδιά.
Απ’ το μπαλκόνι της κοιτά
τη θάλασσα που δε γερνά
τα όνειρά της τα δειλά
σκύβει γλυκά και της ζητά
μη ναυαγήσει
Και εκείνη μέρα με καιρό
μες στο βυθό της το θυμό
μέχρι να πείσει το θεριό
τον πληγωμένο του εαυτό
να συνηθίσει.
Κάπου θα υπάρχει μια γιορτή
να χωράει τη θλίψη αυτή
και ας έφτασε αργά
θέλει να φτάσει ως εκεί
μα είναι κύμα οι δισταγμοί ξανά
θάλασσα θάλασσα είναι και η καρδιά.
|
Ap’ to balkóni tis brostá
ke apópse i thálassa perná
sta kímatá tis triferá
mikrá parápona akubá
na taksidépsun.
Ke ekini ékripse norís
sti mésa chóra tis siopís
mia álli thálassa zoís
ma apópse dípla tis kanis
na tin ksodépsun.
Kápu tha ipárchi mia giortí
na chorái ti thlípsi aftí
ke as éftase argá
théli na ftási os eki
ma ine kíma i distagmi ksaná
thálassa thálassa ine ke i kardiá.
Ap’ to balkóni tis kitá
ti thálassa pu de gerná
ta ónirá tis ta dilá
skívi gliká ke tis zitá
mi nafagísi
Ke ekini méra me keró
mes sto vithó tis to thimó
méchri na pisi to therió
ton pligoméno tu eaftó
na sinithísi.
Kápu tha ipárchi mia giortí
na chorái ti thlípsi aftí
ke as éftase argá
théli na ftási os eki
ma ine kíma i distagmi ksaná
thálassa thálassa ine ke i kardiá.
|