Βοριάς χτυπάει τα νιάτα μου
και παγωνιά τη στράτα μου
κι αν μ’ αγαπάς κι αν με λατρεύεις
δίπλα σε μένα κινδυνεύεις
δεν το αντέχει η καρδιά μου
να μοιραστείς τα βάσανα μου.
Την αυγή που θα χαράξει
παρ’ το δρόμο σου
δεν είναι τα βάσανα μου
για τον ώμο σου.
Δεν είσαι εσύ για ανηφοριές
για δάκρυα και για φωτιές,
σ’ έχω ανάγκη να `σαι πλάι
όπως εμένα δε μου πάει
ν’ ακολουθείς κι εσύ καημένο
ένα παιδί καταραμένο.
Την αυγή που θα χαράξει
παρ’ το δρόμο σου
δεν είναι τα βάσανα μου
για τον ώμο σου.
|
Ooriás chtipái ta niáta mu
ke pagoniá ti stráta mu
ki an m’ agapás ki an me latrevis
dípla se ména kindinevis
den to antéchi i kardiá mu
na mirastis ta vásana mu.
Tin avgí pu tha charáksi
par’ to drómo su
den ine ta vásana mu
gia ton ómo su.
Den ise esí gia aniforiés
gia dákria ke gia fotiés,
s’ écho anágki na `se plái
ópos eména de mu pái
n’ akoluthis ki esí kaiméno
éna pedí kataraméno.
Tin avgí pu tha charáksi
par’ to drómo su
den ine ta vásana mu
gia ton ómo su.
|