Πολλές φορές στον καθρέφτη είχα πει
πότε θα δω επί τέλους Κυριακή
ν’ ανοίξω πόρτες και παράθυρα
να δω κι εγώ μια άσπρη μέρα δηλαδή,
ν’ ανοίξω πόρτες και παράθυρα
να δω κι εγώ μια άσπρη μέρα δηλαδή.
Μ’ από σήμερα και πέρα
θα γιορτάζω κάθε μέρα
και στα άσπρα θα ντυθώ,
γιατί από `δω και πέρα
θα φοράω στο χέρι βέρα
το δικό σου σ’ αγαπώ.
Καμιά φορά στο λαχείο της καρδιάς
δε μου `χε βγει το τυχερό μιας αγκαλιάς
και δίχως λόγο, δίχως βάσανο
τι να σου πουν οι Κυριακές και που να πας,
και δίχως λόγο, δίχως βάσανο
τι να σου πουν οι Κυριακές και που να πας.
Μ’ από σήμερα και πέρα
θα γιορτάζω κάθε μέρα
και στα άσπρα θα ντυθώ,
γιατί από `δω και πέρα
θα φοράω στο χέρι βέρα
το δικό σου σ’ αγαπώ
|
Pollés forés ston kathréfti icha pi
póte tha do epí télus Kiriakí
n’ anikso pórtes ke paráthira
na do ki egó mia áspri méra diladí,
n’ anikso pórtes ke paráthira
na do ki egó mia áspri méra diladí.
M’ apó símera ke péra
tha giortázo káthe méra
ke sta áspra tha ntithó,
giatí apó `do ke péra
tha foráo sto chéri véra
to dikó su s’ agapó.
Kamiá forá sto lachio tis kardiás
de mu `che vgi to ticheró mias agkaliás
ke díchos lógo, díchos vásano
ti na su pun i Kiriakés ke pu na pas,
ke díchos lógo, díchos vásano
ti na su pun i Kiriakés ke pu na pas.
M’ apó símera ke péra
tha giortázo káthe méra
ke sta áspra tha ntithó,
giatí apó `do ke péra
tha foráo sto chéri véra
to dikó su s’ agapó
|