Νιώθω απόψε το μυαλό μου να τρελαίνεται,
χίλια κομμάτια την καρδιά μου να μαζεύω
και τη ζωή μου από μια κλωστή να κρέμεται
μέσα στη νύχτα έτσι όπως σε γυρεύω.
Απόψε που σε χάνω η γη αλλάζει πλάνο
και με την τρέλα θα συγκατοικώ.
Απόψε που σε χάνω δεν ξέρω τι να κάνω
σ’ έναν ξενύχτη κουρασμένο ουρανό.
Μες στο παράλογο της νύχτας βασανίζομαι
και τριγυρίζω σαν τρελός στις λεωφόρους.
Στης απονιάς σου τον ωκεανό βυθίζομαι
και καταθέτω την καρδιά μου δίχως όρους.
Απόψε που σε χάνω η γη αλλάζει πλάνο
και με την τρέλα θα συγκατοικώ.
Απόψε που σε χάνω δεν ξέρω τι να κάνω
σ’ έναν ξενύχτη κουρασμένο ουρανό.
|
Niótho apópse to mialó mu na trelenete,
chília kommátia tin kardiá mu na mazevo
ke ti zoí mu apó mia klostí na krémete
mésa sti níchta étsi ópos se girevo.
Apópse pu se cháno i gi allázi pláno
ke me tin tréla tha sigkatikó.
Apópse pu se cháno den kséro ti na káno
s’ énan kseníchti kurasméno uranó.
Mes sto parálogo tis níchtas vasanízome
ke trigirízo san trelós stis leofórus.
Stis aponiás su ton okeanó vithízome
ke katathéto tin kardiá mu díchos órus.
Apópse pu se cháno i gi allázi pláno
ke me tin tréla tha sigkatikó.
Apópse pu se cháno den kséro ti na káno
s’ énan kseníchti kurasméno uranó.
|