Το θλιμμένο σου το βλέμμα
έχει κάτι από μένα
το κομμάτι της ζωής μου
που με τυρρανά
Χάθηκε κι αυτό μαζί σου
κι έτσι βγήκα απ’ τη ζωή σου
πάλεψα να με κρατήσει
άλλη αγκαλιά
Άργησες σαν όνειρο ναυάγησες
απ’τον παράδεισο στην κόλαση με πήγες
ότι είχα μου το πήρες
Άργησες να ξέρεις πόσο άργησες
κουρέλι η αγάπη στη καρδιά που σου ’χω
ένα τελειωμένο ρούχο
Τα θλιμμένα σου τα λόγια
η δική μου στενοχώρια
τι θυμάσαι τι φοβάσαι
κι είσαι πάλι εδώ
Πέρασε αργά ο χρόνος
με γονάτισε ο πόνος
πέτρα έγινε η καρδιά μου
δε σε συγχωρώ
|
To thlimméno su to vlémma
échi káti apó ména
to kommáti tis zoís mu
pu me tirraná
Cháthike ki aftó mazí su
ki étsi vgíka ap’ ti zoí su
pálepsa na me kratísi
álli agkaliá
Άrgises san óniro nafágises
ap’ton parádiso stin kólasi me píges
óti icha mu to píres
Άrgises na kséris póso árgises
kuréli i agápi sti kardiá pu su ’cho
éna telioméno rucho
Ta thlimména su ta lógia
i dikí mu stenochória
ti thimáse ti fováse
ki ise páli edó
Pérase argá o chrónos
me gonátise o pónos
pétra égine i kardiá mu
de se sigchoró
|