Παρασκευή τρεις το πρωί έρχεσαι πάλι,
ζητάς συγγνώμη για όσα λάθη έχεις κάνει,
χτυπάς την πόρτα, όπως και πρώτα με αγκαλιάζεις,
δε σε πιστεύω αφού το ξέρω, δεν αλλάζεις.
Άσε με να σε ξεχάσω, άσε με να ησυχάσω,
άσε με να συνηθίσω μόνος μου να ζω,
άσε με να σε ξεχάσω, άσε με να ησυχάσω,
άσε με να συνηθίσω χώρια σου να ζω.
Παρασκευή τρεις το πρωί έρχεσαι πάλι,
μιλάς γι’ αγάπη που εσύ κομμάτια έχεις κάνει,
ζητάς ξανά να σ’ αγκαλιάσω μα αυτό πονάει,
είσαι το χθες που έχω σβήσει και δε γυρνάει.
Άσε με να σε ξεχάσω, άσε με να ησυχάσω,
άσε με να συνηθίσω μόνος μου να ζω,
άσε με να σε ξεχάσω, άσε με να ησυχάσω,
άσε με να συνηθίσω χώρια σου να ζω.
|
Paraskeví tris to pri érchese páli,
zitás singnómi gia ósa láthi échis káni,
chtipás tin pórta, ópos ke próta me agkaliázis,
de se pistevo afu to kséro, den allázis.
Άse me na se ksecháso, áse me na isicháso,
áse me na sinithíso mónos mu na zo,
áse me na se ksecháso, áse me na isicháso,
áse me na sinithíso chória su na zo.
Paraskeví tris to pri érchese páli,
milás gi’ agápi pu esí kommátia échis káni,
zitás ksaná na s’ agkaliáso ma aftó ponái,
ise to chthes pu écho svísi ke de girnái.
Άse me na se ksecháso, áse me na isicháso,
áse me na sinithíso mónos mu na zo,
áse me na se ksecháso, áse me na isicháso,
áse me na sinithíso chória su na zo.
|