Αυτό που μέσα μου ψάχνει κοιτάσματα
αυτό που μέσα μου χτίζει κελιά
αυτό που γλιστρά σαν φίδι και χάνεται
αυτό που κλέβει απ’ τους θεούς τη φωτιά.
Αυτό που αφήνεται σαν φύλλο στον άνεμο
αυτό που βουλιάζει βαρύ σαν οργή
αυτό που δροσίζεται απ’ την αύρα του σύμπαντος
που κοιμάται σαν γέρος και ξυπνάει σαν παιδί.
Αυτό που ματώνει τη μύτη του παίζοντας
αυτό που σαν σκόνη αιωρείται στο φως
αυτό που διαλέγει τις μέρες που θα `ρθουνε
που την ίδια ώρα είναι φίλος κι εχθρός.
Αυτό που γεννήθηκε πριν χρόνια αμνημόνευτα
αυτό που σκιάζει του νου τις αυλές
αυτό που γίνεται στάχυα την άνοιξη
και το χειμώνα άδειες χελιδονοφωλιές.
Αυτό που μιλά και μιλιά δεν ακούγεται
αυτό που σωπαίνει και μου παίρνει τ’ αυτιά
αυτό που γλυκά το ταΐζω παινέματα
που τα βάζει στη γλώσσα του και τα φτύνει μετά.
Αυτό που με ξέρει σαν κάλπικο νόμισμα
αυτό που δεν ξέρω να περιγράψω σωστά
αυτό που δεν ξέρεις εσύ που μ’ αγάπησες
αυτό μου ζητάει να τραγουδήσω ξανά.
|
Aftó pu mésa mu psáchni kitásmata
aftó pu mésa mu chtízi keliá
aftó pu glistrá san fídi ke chánete
aftó pu klévi ap’ tus theus ti fotiá.
Aftó pu afínete san fíllo ston ánemo
aftó pu vuliázi varí san orgí
aftó pu drosízete ap’ tin avra tu síbantos
pu kimáte san géros ke ksipnái san pedí.
Aftó pu matóni ti míti tu pezontas
aftó pu san skóni eorite sto fos
aftó pu dialégi tis méres pu tha `rthune
pu tin ídia óra ine fílos ki echthrós.
Aftó pu genníthike prin chrónia amnimónefta
aftó pu skiázi tu nu tis avlés
aftó pu ginete stáchia tin ániksi
ke to chimóna ádies chelidonofoliés.
Aftó pu milá ke miliá den akugete
aftó pu sopeni ke mu perni t’ aftiá
aftó pu gliká to taΐzo penémata
pu ta vázi sti glóssa tu ke ta ftíni metá.
Aftó pu me kséri san kálpiko nómisma
aftó pu den kséro na perigrápso sostá
aftó pu den kséris esí pu m’ agápises
aftó mu zitái na tragudíso ksaná.
|