Έχω μια θάλασσα φιλιά
κι ένα τηλέφωνο από σένα δε χτυπάει
κι είναι κι η μάνα μου
που όλο μ’ εσένα αν τέλειωσα ρωτάει.
Αχ! τη νύχτα αυτή αν τη βγάλω καθαρή
κανέναν δε φοβάμαι,
και στο δρόμο σου αν με δεις, καθόλου μη νοιαστείς
γιατί δικιά σου πια δε θα `μαι.
Έχω εκατό τυμπανιστές
και μια καρδιά που στο τέμπο τους χτυπάει,
και μια βραχνή φωνή που αν γνωστούς σου δει,
για σένα δεν ρωτάει.
Αχ! τη νύχτα αυτή αν τη βγάλω καθαρή
κανέναν δε φοβάμαι,
και στο δρόμο σου αν με δεις, καθόλου μη νοιαστείς
γιατί δικιά σου πια δε θα `μαι.
Αχ!
|
Έcho mia thálassa filiá
ki éna tiléfono apó séna de chtipái
ki ine ki i mána mu
pu ólo m’ eséna an téliosa rotái.
Ach! ti níchta aftí an ti vgálo katharí
kanénan de fováme,
ke sto drómo su an me dis, kathólu mi niastis
giatí dikiá su pia de tha `me.
Έcho ekató tibanistés
ke mia kardiá pu sto tébo tus chtipái,
ke mia vrachní foní pu an gnostus su di,
gia séna den rotái.
Ach! ti níchta aftí an ti vgálo katharí
kanénan de fováme,
ke sto drómo su an me dis, kathólu mi niastis
giatí dikiá su pia de tha `me.
Ach!
|