Τέσσερις τοίχοι ο παράδεισος που κλείστηκα.
Δεύτερη νύχτα μακριά σου κι απελπίστηκα.
Η απουσία σου μου μοιάζει πως μεγάλωσε
νιώθω το αίμα μες στις φλέβες μου
πως πάγωσε.
Βρεγμένο ρούχο στο κορμί μου η μοναξιά
κι αυτή η νύχτα ξετυλίγεται αργά
τις άδειες ώρες ποιο ρολόι τις μετρά
έφυγες χάνομαι.
Βρεγμένο ρούχο στο κορμί μου η μοναξιά
κι αυτή η νύχτα ξετυλίγεται αργά
παντού πλανιέται η δική σου η σκιά
και το αισθάνομαι.
Απόψε νιώθω ότι όλα σε φωνάζουνε
και στη σιωπή μου οι αναμνήσεις με τρομάζουνε.
Μεθάω καίγομαι μα τίποτα δε γίνετε
φωτιά η έννοια σου με τίποτα δε σβήνεται.
Βρεγμένο ρούχο στο κορμί μου η μοναξιά
κι αυτή η νύχτα ξετυλίγεται αργά
τις άδειες ώρες ποιο ρολόι τις μετρά
έφυγες χάνομαι.
Βρεγμένο ρούχο στο κορμί μου η μοναξιά
κι αυτή η νύχτα ξετυλίγεται αργά
παντού πλανιέται η δική σου η σκιά
και το αισθάνομαι.
|
Tésseris tichi o parádisos pu klistika.
Defteri níchta makriá su ki apelpístika.
I apusía su mu miázi pos megálose
niótho to ema mes stis fléves mu
pos págose.
Oregméno rucho sto kormí mu i monaksiá
ki aftí i níchta ksetilígete argá
tis ádies óres pio rolói tis metrá
éfiges chánome.
Oregméno rucho sto kormí mu i monaksiá
ki aftí i níchta ksetilígete argá
pantu planiéte i dikí su i skiá
ke to esthánome.
Apópse niótho óti óla se fonázune
ke sti siopí mu i anamnísis me tromázune.
Metháo kegome ma típota de ginete
fotiá i énnia su me típota de svínete.
Oregméno rucho sto kormí mu i monaksiá
ki aftí i níchta ksetilígete argá
tis ádies óres pio rolói tis metrá
éfiges chánome.
Oregméno rucho sto kormí mu i monaksiá
ki aftí i níchta ksetilígete argá
pantu planiéte i dikí su i skiá
ke to esthánome.
|