Πέφτει μια βροχή ανοιξιάτικη
μια κρύα βροχή με χτυπάει και παγώνει το αίμα μου
πέφτει μια σιωπή Κυριακάτικη
μια γκρίζα σιωπή με ρουφάει και αδειάζει το βλέμμα μου.
Είμαι μόνος μου.
Χάνω το ρυθμό και τη σκέψη μου
ένα τζάμι θολό μια κουρτίνα βαριά σαν τα λόγια σου
ψάχνω να σε βρω μες στην τσέπη μου,
ένα βήμα δειλό σαν το βήμα που κάνουν τα πόδια σου.
Είμαι μόνος μου.
Πέφτει μια βροχή στο μπαλκόνι σου
δένομαι σφιχτά απ’ τη ζωνη σου
μπαίνω σαν σκιά στην οθόνη σου
σπάω τη σιωπή
και με δένει η θηλιά στην αγχόνη σου.
Πέφτει μια βροχή κι ονειρεύομαι
ένα γέλιο πικρό, μια λέξη χλομή κι ένα τάμα σου
πέφτει μια σιωπή και παιδεύομαι,
μια ματιά στο κενό, μια γεύση στυφή απ’ το κλάμα σου.
Είμαι μόνος μου.
Πέφτει μια βροχή στο μπαλκόνι σου
δένομαι σφιχτά απ’ τη ζωνη σου
|
Péfti mia vrochí aniksiátiki
mia kría vrochí me chtipái ke pagóni to ema mu
péfti mia siopí Kiriakátiki
mia gkríza siopí me rufái ke adiázi to vlémma mu.
Ime mónos mu.
Cháno to rithmó ke ti sképsi mu
éna tzámi tholó mia kurtína variá san ta lógia su
psáchno na se vro mes stin tsépi mu,
éna víma diló san to víma pu kánun ta pódia su.
Ime mónos mu.
Péfti mia vrochí sto balkóni su
dénome sfichtá ap’ ti zoni su
beno san skiá stin othóni su
spáo ti siopí
ke me déni i thiliá stin agchóni su.
Péfti mia vrochí ki onirevome
éna gélio pikró, mia léksi chlomí ki éna táma su
péfti mia siopí ke pedevome,
mia matiá sto kenó, mia gefsi stifí ap’ to kláma su.
Ime mónos mu.
Péfti mia vrochí sto balkóni su
dénome sfichtá ap’ ti zoni su
|