Από το χτες μου περισσέψαν κάτι μέρες
και το αύριο ζητάει δανεικά.
Ποιος ζυγίζει τη ζωή και την ορίζει;
Ποιο φοβέρα, ποια φωνή και ποια φωτιά;
Δανεικά δανεικά…
Απ’ της ζωής την τράπεζα
Δανεικά…
Και να ‘ρχότανε μια μέρα,
όσα είναι δανεικά,
σ’ ένα κόλπο να `παιζα.
Όταν βρέχει ο βρεγμένος δε φοβάται
μα φοβάται, όπως λένε ο φτωχός.
Με τον ήλιο τελικά ποιος είναι φίλος,
ο βρεγμένος, ο φτωχός ή ο στεγνός;
Δανεικά δανεικά…
Απ’ της ζωής την τράπεζα
Δανεικά…
Και να ‘ρχότανε μια μέρα,
όσα είναι δανεικά,
σ’ ένα κόλπο να ‘παιζα.
Οι ελπίδες μου γυρνάνε προς τα πίσω
πριν τις βγάλω στο σφυρί και τις πουλήσω.
Κι όλο εδώ ξαναγυρνώ κι αναρωτιέμαι,
να χαθώ, να χωριστώ ή να ελπίσω;
Δανεικά δανεικά…
Απ’ της ζωής την τράπεζα
Δανεικά…
Και να ‘ρχότανε μια μέρα,
όσα είναι δανεικά,
σ’ ένα κόλπο να ‘παιζα.
|
Apó to chtes mu perissépsan káti méres
ke to avrio zitái daniká.
Pios zigizi ti zoí ke tin orízi;
Pio fovéra, pia foní ke pia fotiá;
Daniká daniká…
Ap’ tis zoís tin trápeza
Daniká…
Ke na ‘rchótane mia méra,
ósa ine daniká,
s’ éna kólpo na `peza.
Όtan vréchi o vregménos de fováte
ma fováte, ópos léne o ftochós.
Me ton ílio teliká pios ine fílos,
o vregménos, o ftochós í o stegnós;
Daniká daniká…
Ap’ tis zoís tin trápeza
Daniká…
Ke na ‘rchótane mia méra,
ósa ine daniká,
s’ éna kólpo na ‘peza.
I elpídes mu girnáne pros ta píso
prin tis vgálo sto sfirí ke tis pulíso.
Ki ólo edó ksanagirnó ki anarotiéme,
na chathó, na choristó í na elpíso;
Daniká daniká…
Ap’ tis zoís tin trápeza
Daniká…
Ke na ‘rchótane mia méra,
ósa ine daniká,
s’ éna kólpo na ‘peza.
|