Στα συρτάρια μου έπειτα από καιρό,
πάλι το δαχτυλίδι σου βρήκα.
Το κρεμούσα από μια κλωστή στο λαιμό
κι ένοιωθα πως κοντά μου σε είχα.
Στο λαιμό φιλί που μου χάρισες.
Το ταξίδι, ευχή που δεν κράτησες.
Το φορώ και ξανά
στο μυαλό μου γεννά,
σκέψεις μάγισσες.
Το ασήμι του ξεθωριάζει κι αυτό
κι όλος ο κόσμος δίχως εσένα
και φοβάμαι πως αν γυρίσω να δω,
θα `ναι τα ονόματά μας σβησμένα.
|
Sta sirtária mu épita apó keró,
páli to dachtilídi su vríka.
To kremusa apó mia klostí sto lemó
ki éniotha pos kontá mu se icha.
Sto lemó filí pu mu chárises.
To taksídi, efchí pu den krátises.
To foró ke ksaná
sto mialó mu genná,
sképsis mágisses.
To asími tu ksethoriázi ki aftó
ki ólos o kósmos díchos eséna
ke fováme pos an giríso na do,
tha `ne ta onómatá mas svisména.
|