Θα φύγω, μανούλα και γεια, σου αφήνω,
του πόνου το δάκρυ κι εγώ το αφήνω,
δε θέλω ο χρόνος φαρμάκια να δώσει,
σε σένα μανούλα και να σε πληγώσει.
Είναι πικρό της θάλασσας, παιδί μου, το ψωμί,
είναι τα ξένα μαύρα και βαριά σαν φυλακή.
Δε θέλω να ξενιτευτείς, λεβέντικο κορμί,
δε θέλω να ξενιτευτείς, λεβέντικο κορμί.
Σφυρίζει στην νύχτα το δόλιο καράβι,
μια μάνα στον Άγιο κεράκι ανάβει,
στο πρώτο λιμάνι, παιδί μου σαν φτάσεις,
μια μάνα μοναχή ποτέ μη ξεχάσεις.
Είναι πικρό της θάλασσας, παιδί μου, το ψωμί,
είναι τα ξένα μαύρα και βαριά σαν φυλακή.
Δε θέλω να ξενιτευτείς, λεβέντικο κορμί,
δε θέλω να ξενιτευτείς, λεβέντικο κορμί.
Είναι πικρό της θάλασσας, παιδί μου, το ψωμί,
είναι τα ξένα μαύρα και βαριά σαν φυλακή.
Δε θέλω να ξενιτευτείς, λεβέντικο κορμί,
δε θέλω να ξενιτευτείς, λεβέντικο κορμί.
|
Tha fígo, manula ke gia, su afíno,
tu pónu to dákri ki egó to afíno,
de thélo o chrónos farmákia na dósi,
se séna manula ke na se pligósi.
Ine pikró tis thálassas, pedí mu, to psomí,
ine ta kséna mavra ke variá san filakí.
De thélo na kseniteftis, levéntiko kormí,
de thélo na kseniteftis, levéntiko kormí.
Sfirízi stin níchta to dólio karávi,
mia mána ston Άgio keráki anávi,
sto próto limáni, pedí mu san ftásis,
mia mána monachí poté mi ksechásis.
Ine pikró tis thálassas, pedí mu, to psomí,
ine ta kséna mavra ke variá san filakí.
De thélo na kseniteftis, levéntiko kormí,
de thélo na kseniteftis, levéntiko kormí.
Ine pikró tis thálassas, pedí mu, to psomí,
ine ta kséna mavra ke variá san filakí.
De thélo na kseniteftis, levéntiko kormí,
de thélo na kseniteftis, levéntiko kormí.
|