Θ’ ανάψω δεκατρείς φωτιές
Μια και δε φάνηκε απόψε το φεγγάρι
Κι ο πιο παλιός μου αμανές
Απ’ το βαθύ σου ύπνο θα `ρθει να σε πάρει.
Και στη δωδέκατη φωτιά
Όλα τα ρούχα που φοράς θα κάψω φως μου
Κι από το στήθος μου βαθιά
Θα βγει λυγμός ν’ ανάψει
Τις φωτιές του κόσμου.
Να μην αργήσεις
Κι όταν ξυπνήσεις
Τη φλόγα της καρδιάς
Έλα να σβήσεις
Να μην αργήσεις
Κι όταν μ’ αφήσεις
Να τάξεις της φωτιάς
Πως θα γυρίσεις.
Θ’ ανάψω δεκατρείς φωτιές
και θα διαλέξω το αστέρι που σου μοιάζει
Θα πω στη νύχτα τρεις φορές
Το όνομά σου με παράπονο και νάζι
Κι από τον ύπνο σου θα βγεις
Θ’ ακολουθήσεις το τραγούδι της ψυχής μου
Σ’ ένα άλλο όνειρο θα μπεις
Αυτό που διάλεξε ο νοτιάς και το κορμί μου
|
Th’ anápso dekatris fotiés
Mia ke de fánike apópse to fengári
Ki o pio paliós mu amanés
Ap’ to vathí su ípno tha `rthi na se pári.
Ke sti dodékati fotiá
Όla ta rucha pu forás tha kápso fos mu
Ki apó to stíthos mu vathiá
Tha vgi ligmós n’ anápsi
Tis fotiés tu kósmu.
Na min argísis
Ki ótan ksipnísis
Ti flóga tis kardiás
Έla na svísis
Na min argísis
Ki ótan m’ afísis
Na táksis tis fotiás
Pos tha girísis.
Th’ anápso dekatris fotiés
ke tha dialékso to astéri pu su miázi
Tha po sti níchta tris forés
To ónomá su me parápono ke názi
Ki apó ton ípno su tha vgis
Th’ akoluthísis to tragudi tis psichís mu
S’ éna állo óniro tha bis
Aftó pu diálekse o notiás ke to kormí mu
|