Δεν ήσουν ένα όνειρο
που πέρασε μια νύχτα βιαστικό.
Δεν ήσουν ένα σύννεφο
στο δρόμο της ζωής περαστικό.
Δεν ήσουνα για μένα μία χίμαιρα,
είσαι το χθες, το αύριο, το σήμερα.
Είσαι για μένα το φως,
είσαι του ήλιου η φωτιά,
είσαι ατέλειωτη νύχτα.
Τώρα που θα ’ρθει η στιγμή,
η πιο μεγάλη στιγμή,
σφίξε τα χέρια μου σφιχτά.
Δεν ήσουν ένα όνειρο
που κράτησε μονάχα μια στιγμή,
σαν κάποιο ηλιοβασίλεμα
που έσβησε της νύχτας το φιλί.
Δεν ήσουνα για μένα μία χίμαιρα,
είσαι το χθες, το αύριο, το σήμερα.
Είσαι για μένα το φως,
είσαι του ήλιου η φωτιά,
είσαι ατέλειωτη νύχτα.
Τώρα που θα ’ρθει η στιγμή,
η πιο μεγάλη στιγμή,
σφίξε τα χέρια μου σφιχτά.
|
Den ísun éna óniro
pu pérase mia níchta viastikó.
Den ísun éna sínnefo
sto drómo tis zoís perastikó.
Den ísuna gia ména mía chímera,
ise to chthes, to avrio, to símera.
Ise gia ména to fos,
ise tu íliu i fotiá,
ise atélioti níchta.
Tóra pu tha ’rthi i stigmí,
i pio megáli stigmí,
sfíkse ta chéria mu sfichtá.
Den ísun éna óniro
pu krátise monácha mia stigmí,
san kápio iliovasílema
pu ésvise tis níchtas to filí.
Den ísuna gia ména mía chímera,
ise to chthes, to avrio, to símera.
Ise gia ména to fos,
ise tu íliu i fotiá,
ise atélioti níchta.
Tóra pu tha ’rthi i stigmí,
i pio megáli stigmí,
sfíkse ta chéria mu sfichtá.
|