Να γλιστρούσες στο σκοτάδι,
να πετούσες σαν αερικό…
Θα πεθάνω αυτό το βράδυ,
θα πεθάνω αν δε σε δω.
Με γλυκό κρασί θα γίνω
αργοναύτης να ‘ρθω να σε βρω.
Να σε ανταμώσω λίγο
στης ψυχής μου το βυθό.
Δεν μπορώ, ο χειμώνας με πληγώνει,
άλλο πια δεν μπορώ…
Δεν μπορώ, την αυλή μου καίει το χιόνι,
άλλο πια δεν μπορώ…
Είσαι τ’ άγγιγμα του ανέμου
που μου ξαφνιάζει το κορμί.
Δε σε χόρτασα ποτέ μου,
όλα ήταν μια στιγμή.
Να γλιστρούσες στο σκοτάδι,
να πετούσες σαν αερικό…
Θα πεθάνω αυτό το βράδυ,
θα πεθάνω αν δε σε δω.
|
Na glistruses sto skotádi,
na petuses san aerikó…
Tha petháno aftó to vrádi,
tha petháno an de se do.
Me glikó krasí tha gino
argonaftis na ‘rtho na se vro.
Na se antamóso lígo
stis psichís mu to vithó.
Den boró, o chimónas me pligóni,
állo pia den boró…
Den boró, tin avlí mu kei to chióni,
állo pia den boró…
Ise t’ ángigma tu anému
pu mu ksafniázi to kormí.
De se chórtasa poté mu,
óla ítan mia stigmí.
Na glistruses sto skotádi,
na petuses san aerikó…
Tha petháno aftó to vrádi,
tha petháno an de se do.
|