Στην εκκλησιά Σου ήρθα πληγωμένος
καλή μου Παναγία,
για να Σου πω τον πόνο της καρδιάς μου
και μια μεγάλη μου αμαρτία.
Εγώ δεν είμαι άξιος να λέγομαι πατέρας
γιατί αμάρτησα πολύ,
είμαι παράνομος, αγάπησα μιαν άλλη
κι έχω προδώσει μια μητέρα με παιδί.
Σε κάθε βήμα μου με δέρνουνε οι τύψεις
κι όλο κλαίω και πονώ,
γιατί πληγώνομαι βαριά όταν μαθαίνω
πως το παιδί μου το φωνάζουν ορφανό.
Θέλω, κοντά μου, το σπλάχνο μου να νιώσω,
καλή μου Παναγία,
πρέπει το σφάλμα μου να το επανορθώσω,
ήταν βαριά η αδικία.
Σε κάθε βήμα μου με δέρνουνε οι τύψεις
κι όλο κλαίω και πονώ,
γιατί πληγώνομαι βαριά όταν μαθαίνω
πως το παιδί μου το φωνάζουν ορφανό.
|
Stin ekklisiá Su írtha pligoménos
kalí mu Panagia,
gia na Su po ton póno tis kardiás mu
ke mia megáli mu amartía.
Egó den ime áksios na légome patéras
giatí amártisa polí,
ime paránomos, agápisa mian álli
ki écho prodósi mia mitéra me pedí.
Se káthe víma mu me dérnune i típsis
ki ólo kleo ke ponó,
giatí pligónome variá ótan matheno
pos to pedí mu to fonázun orfanó.
Thélo, kontá mu, to spláchno mu na nióso,
kalí mu Panagia,
prépi to sfálma mu na to epanorthóso,
ítan variá i adikía.
Se káthe víma mu me dérnune i típsis
ki ólo kleo ke ponó,
giatí pligónome variá ótan matheno
pos to pedí mu to fonázun orfanó.
|