Μια σε βλέπω να έρχεσαι, μια σε βλέπω να φεύγεις
ακριβή μου ζωή σαν νερό απ’ τα χεριά ξεφεύγεις,
μια σε βλέπω να χάνεσαι, μια σε βλέπω να αρχίζεις
δυνατή μου ψυχή τελικά, τελικά συνεχίζεις.
Και δε τελειώνει ο δρόμος μου ποτέ
και μοιάζουν όλα να `ναι στον αέρα.
Πονάω, ματώνω, χάνομαι και εσύ
στο στήθος με χτυπάς σαν να `σαι σφαίρα.
Μια αγγίζω το άπειρο, μια στο τίποτα μένω
στη δική σου πληγή τελικά, τελικά επιμένω.
Μια αγγίζω το τίποτα, μια στο άπειρο φεύγω,
προσπαθώ να ξεφύγω αλλά τελικά δεν ξεφεύγω…
Μια πετάω στα σύννεφα, μια βουτάω στο βυθό σου
σα χαμένο παιδί μια βραδιά θα κρυφτώ στο όνειρο σου.
Μια θα γίνομαι άνεμος, μια σκιά σου θα είμαι
τελευταίο φιλί δώσ’ μου εδώ και μαχαίρι μου γίνε.
|
Mia se vlépo na érchese, mia se vlépo na fevgis
akriví mu zoí san neró ap’ ta cheriá ksefevgis,
mia se vlépo na chánese, mia se vlépo na archízis
dinatí mu psichí teliká, teliká sinechízis.
Ke de telióni o drómos mu poté
ke miázun óla na `ne ston aéra.
Ponáo, matóno, chánome ke esí
sto stíthos me chtipás san na `se sfera.
Mia angizo to ápiro, mia sto típota méno
sti dikí su pligí teliká, teliká epiméno.
Mia angizo to típota, mia sto ápiro fevgo,
prospathó na ksefígo allá teliká den ksefevgo…
Mia petáo sta sínnefa, mia vutáo sto vithó su
sa chaméno pedí mia vradiá tha kriftó sto óniro su.
Mia tha ginome ánemos, mia skiá su tha ime
telefteo filí dós’ mu edó ke macheri mu gine.
|