Ξυπνώ και λέω την καλημέρα μου
Για να `χω έστω κάτι να πω
Με λάθος λόγια αρχίζω τη μέρα μου
Που δεν έχει σκοπό
Σφιγμένοι όλοι μες στα γραφεία τους
Κι εγώ απ’ έξω να χαιρετώ
Αυτοί αλλάζουν τα προσωπεία τους
Όταν δεν τους κοιτώ
Δεν υπάρχει ψυχή σ’ αυτή την πόλη
Λες κι είν’ όλοι φτιαγμένοι μόνο από μπετόν
Το παρόν δεν έχει παρελθόν
Όλοι γίναμε γκρίζα ανθρωπάκια
Τα σοκάκια δεν βγάζουν τώρα πουθενά
Σκοτεινά τ’ αστέρια μακρινά
Που πήγαν όλοι που ξεχαστήκανε
Μονάχα ξένους πια συναντώ
Για ποια αξία για ποια πουληθήκανε
Όλα αυτά που αγαπώ
Εδώ που ζούμε στην απουσία μας
Θαρρείς κι ο χρόνος παίζει κρυφτό
Παλιές εικόνες θρηνούν την ουσία μας
Που χωράει στο κενό
|
Ksipnó ke léo tin kaliméra mu
Gia na `cho ésto káti na po
Me láthos lógia archízo ti méra mu
Pu den échi skopó
Sfigméni óli mes sta grafia tus
Ki egó ap’ ékso na cheretó
Afti allázun ta prosopia tus
Όtan den tus kitó
Den ipárchi psichí s’ aftí tin póli
Les ki in’ óli ftiagméni móno apó betón
To parón den échi parelthón
Όli giname gkríza anthropákia
Ta sokákia den vgázun tóra puthená
Skotiná t’ astéria makriná
Pu pígan óli pu ksechastíkane
Monácha ksénus pia sinantó
Gia pia aksía gia pia pulithíkane
Όla aftá pu agapó
Edó pu zume stin apusía mas
Tharris ki o chrónos pezi kriftó
Paliés ikónes thrinun tin usía mas
Pu chorái sto kenó
|