Δε σου μίλησα ποτέ μου τρυφερά,
δεν σε φίλησα με χείλη καθαρά,
άλλα μάτια με πλανεύουν
και οι σκέψεις ταξιδεύουν,
σε μια ξένη, ντροπιασμένη αγκαλιά.
Αυτή είναι η δική σου η αλήθεια
που γέννησε τη ζήλια στην καρδιά
και σκότωσε τον έρωτα στα στήθια,
αυτή είναι η δική σου η αλήθεια.
Δεν κατάλαβες το πόσο σ’ αγαπώ,
δεν μου ζήτησες ποτέ να σου το πω,
με κοιτάς σαν να `μαι βάρος,
και δεν έχουμε το θάρρος,
να τελειώνει μια ζωή χωρίς σκοπό.
Αυτή είναι η δική μου η αλήθεια
που γέννησε την πίκρα στην καρδιά,
και σκότωσε τον έρωτα στα στήθια,
αυτή είναι η δική σου η αλήθεια.
|
De su mílisa poté mu triferá,
den se fílisa me chili kathará,
álla mátia me planevun
ke i sképsis taksidevun,
se mia kséni, ntropiasméni agkaliá.
Aftí ine i dikí su i alíthia
pu génnise ti zília stin kardiá
ke skótose ton érota sta stíthia,
aftí ine i dikí su i alíthia.
Den katálaves to póso s’ agapó,
den mu zítises poté na su to po,
me kitás san na `me város,
ke den échume to thárros,
na telióni mia zoí chorís skopó.
Aftí ine i dikí mu i alíthia
pu génnise tin píkra stin kardiá,
ke skótose ton érota sta stíthia,
aftí ine i dikí su i alíthia.
|