Πίσω απ’ τα παράθυρα που κλείνουν
κάθε βράδυ σε ζητώ
ξέρω κάθε κίνηση σου
μέσα στο σκοτάδι τη διαβάζω
είναι πάντα το ίδιο
όπως το μαξιλάρι δίπλα χαμηλό
κι έχω τη ζωή μου στα σκοτάδια
σκοτεινά να τη μοιράζω
Είναι που ακόμα σε ψάχνω
είναι που ακόμα σε θέλω
είναι που ανάβω τσιγάρο
είναι που πέφτει η βροχή
είναι που ακόμα σε ψάχνω
Είναι που ακόμα δε θέλω
Είναι που ακόμα πονάω
Είναι που ακόμα δε θέλω
δε θέλω, δε θέλω, δε θέλω
να `ρθει το πρωί
Πίσω από τις πόρτες που σφαλούνε
κάθε βράδυ σε ζητώ
το γνώριμο το βήμα σου
αδιάφορο και κάπου κουρασμένο
μες στο δρόμο απόμεινα σπουργίτι πεινασμένο να κρυφτώ
όλα νυσταγμένα βραδινά και το παράθυρο σου ξένο
|
Píso ap’ ta paráthira pu klinun
káthe vrádi se zitó
kséro káthe kínisi su
mésa sto skotádi ti diavázo
ine pánta to ídio
ópos to maksilári dípla chamiló
ki écho ti zoí mu sta skotádia
skotiná na ti mirázo
Ine pu akóma se psáchno
ine pu akóma se thélo
ine pu anávo tsigáro
ine pu péfti i vrochí
ine pu akóma se psáchno
Ine pu akóma de thélo
Ine pu akóma ponáo
Ine pu akóma de thélo
de thélo, de thélo, de thélo
na `rthi to pri
Píso apó tis pórtes pu sfalune
káthe vrádi se zitó
to gnórimo to víma su
adiáforo ke kápu kurasméno
mes sto drómo apómina spurgiti pinasméno na kriftó
óla nistagména vradiná ke to paráthiro su kséno
|