Πάλι ήρθες στη σκέψη μου
για να μ’ αναστατώσεις,
πάλι πέρασ’ η νύχτα
μ’ αναμνήσεις και ποτό,
σε ζητάω και πονάω.
Είσαι φωτιά που μ’ έχεις κάψει,
να σε ξεπεράσω τώρα δεν μπορώ,
μες στη ζωή μου έχεις γράψει,
δε σε σβήνει ο χρόνος, ούτε το ποτό.
Πάλι η νύχτα μου μια μαχαιριά
που μ’ έχει κόψει,
πάλι τον εαυτό μου
έχω πάψει ν’ αγαπώ,
μου ‘χεις λείψει, σ’ αγαπάω.
Είσαι φωτιά που μ’ έχεις κάψει,
να σε ξεπεράσω τώρα δεν μπορώ,
μες στην καρδιά μου έχεις γράψει,
δε σε σβήνει ο χρόνος, ούτε το ποτό.
|
Páli írthes sti sképsi mu
gia na m’ anastatósis,
páli péras’ i níchta
m’ anamnísis ke potó,
se zitáo ke ponáo.
Ise fotiá pu m’ échis kápsi,
na se kseperáso tóra den boró,
mes sti zoí mu échis grápsi,
de se svíni o chrónos, ute to potó.
Páli i níchta mu mia macheriá
pu m’ échi kópsi,
páli ton eaftó mu
écho pápsi n’ agapó,
mu ‘chis lipsi, s’ agapáo.
Ise fotiá pu m’ échis kápsi,
na se kseperáso tóra den boró,
mes stin kardiá mu échis grápsi,
de se svíni o chrónos, ute to potó.
|