Θυμάμαι μια ωραία εκδρομή
με κείνο το παλιό σαραβαλάκι,
μα πιο πολύ θυμάμαι στην τρελή μας τη διαδρομή
το πως με κοίταζες, το πως με κοίταζες.
Νωρίς το μεσημέρι στον Ισθμό,
φραπέ από το ίδιο καλαμάκι.
Σου έλεγα “εκπέμπεις έναν αισθησιασμό”
και χαμογέλαγες, και χαμογέλαγες.
Απόγεμα στο Ναύπλιο αγκαλιά
σε κείνο το παλιό ξενοδοχείο.
Κι ολόκληρη τη νύχτα ένα ποτάμι από φιλιά,
πως δε μας έπνιξε, πως δε μας έπνιξε.
Μα τώρα που βρισκόμαστε αλλού
σε άλλους χρόνους κι άλλες καταστάσεις
αυτές οι λεπτομέρειες κάπου στο βάθος του μυαλού
είναι ό,τι έμεινε, ό,τι μας έμεινε.
|
Thimáme mia orea ekdromí
me kino to palió saravaláki,
ma pio polí thimáme stin trelí mas ti diadromí
to pos me kitazes, to pos me kitazes.
Norís to mesiméri ston Isthmó,
frapé apó to ídio kalamáki.
Su élega “ekpébis énan esthisiasmó”
ke chamogélages, ke chamogélages.
Apógema sto Nafplio agkaliá
se kino to palió ksenodochio.
Ki olókliri ti níchta éna potámi apó filiá,
pos de mas épnikse, pos de mas épnikse.
Ma tóra pu vriskómaste allu
se állus chrónus ki álles katastásis
aftés i leptoméries kápu sto váthos tu mialu
ine ó,ti émine, ó,ti mas émine.
|