Δώδεκα κορίτσια μόνα
κάπου εκεί στην Ελασσόνα
δώσαν όρκο στη ψυχή τους
να γλεντήσουν τη ζωή τους,
να την πιούνε, να χορτάσουν
και ποτέ να μην γεράσουν.
Δώδεκα μικροί φαντάροι,
όμορφοι τρελοί κουρσάροι
δώσαν όρκο στο σπαθί τους
να γλεντήσουν τη ζωή τους,
να την πιούνε, να χορτάσουν
και ποτέ να μην γεράσουν.
Στους Δελφούς συναντηθήκαν.
Στη σπηλιά του δράκου μπήκαν.
κι η κυρία Περσεφόνη
τους επότισε αφιόνι.
Στήσαν γλέντι στην αυλή της
και της κλέψαν το σκυλί της.
Φέρανε τα πάνω κάτω.
Άιντε εβίβα κι άσπρο πάτο.
Δώδεκα κορίτσια μόνα,
δώδεκα μικροί φαντάροι
ίσως απ’ την Ελασσόνα,
ίσως από το φεγγάρι.
|
Dódeka korítsia móna
kápu eki stin Elassóna
dósan órko sti psichí tus
na glentísun ti zoí tus,
na tin piune, na chortásun
ke poté na min gerásun.
Dódeka mikri fantári,
ómorfi treli kursári
dósan órko sto spathí tus
na glentísun ti zoí tus,
na tin piune, na chortásun
ke poté na min gerásun.
Stus Delfus sinantithíkan.
Sti spiliá tu dráku bíkan.
ki i kiría Persefóni
tus epótise afióni.
Stísan glénti stin avlí tis
ke tis klépsan to skilí tis.
Férane ta páno káto.
Άinte evíva ki áspro páto.
Dódeka korítsia móna,
dódeka mikri fantári
ísos ap’ tin Elassóna,
ísos apó to fengári.
|