Πάω με όρτσα το πανί και την ελπίδα βάρκα,
με τη Βιολέτα τη Φανή και με τη Φαίδρα τσάρκα.
Οτσάρισε, ορτσάρισε, κράτα την πλώρη ίσια,
στην αλυκή φουντάρισε και στα παντερονήσια.
Πόδισε, Γιάννη, πόδισε, πάρ’ το σχοινί στα χέρια,
ρόδισε η αυγούλα ρόδισε και σβήσανε τ’ αστέρια.
Στο πέλαγο ξανοίγομαι και το πανί μολάρω,
σοφράνο πάω πνίγομαι, σταβέντο κουπαστάρω.
Οτσάρισε, ορτσάρισε, κράτα την πλώρη ίσια,
στην αλυκή φουντάρισε και στα παντερονήσια.
Πόδισε, Γιάννη, πόδισε, πάρ’ το σχοινί στα χέρια,
ρόδισε η αυγούλα ρόδισε και σβήσανε τ’ αστέρια.
Ο φάρος κάνει σήματα και τονε σβήνει η μέρα,
σοφράνο βρίσκω κύματα, σταβέντο βρίσκω αέρα.
Οτσάρισε, ορτσάρισε, κράτα την πλώρη ίσια,
στην αλυκή φουντάρισε και στα παντερονήσια.
Πόδισε, Γιάννη, πόδισε, πάρ’ το σχοινί στα χέρια,
ρόδισε η αυγούλα ρόδισε και σβήσανε τ’ αστέρια.
|
Páo me órtsa to paní ke tin elpída várka,
me ti Ioléta ti Faní ke me ti Fedra tsárka.
Otsárise, ortsárise, kráta tin plóri ísia,
stin alikí funtárise ke sta panteronísia.
Pódise, Giánni, pódise, pár’ to schiní sta chéria,
ródise i avgula ródise ke svísane t’ astéria.
Sto pélago ksanigome ke to paní moláro,
sofráno páo pnígome, stavénto kupastáro.
Otsárise, ortsárise, kráta tin plóri ísia,
stin alikí funtárise ke sta panteronísia.
Pódise, Giánni, pódise, pár’ to schiní sta chéria,
ródise i avgula ródise ke svísane t’ astéria.
O fáros káni símata ke tone svíni i méra,
sofráno vrísko kímata, stavénto vrísko aéra.
Otsárise, ortsárise, kráta tin plóri ísia,
stin alikí funtárise ke sta panteronísia.
Pódise, Giánni, pódise, pár’ to schiní sta chéria,
ródise i avgula ródise ke svísane t’ astéria.
|