Έχει αμάξι, έχει σπίτι,
όλα τα ‘χει κι όμως πλήττει
και ξαφνικά παθαίνει συγκοπή.
Ξέρει κόλπα, έχει θέσεις,
μετοχές και καταθέσεις
και ξαφνικά παθαίνει συγκοπή.
Γι’ αυτό σου λέω μη μου λες εμένα
για όλα αυτά τα μεγαλεία, τα παλάτια, τα λεφτά.
Γι’ αυτό σου λέω εγώ είμαι μια χαρά
να κλαις τον άλλονε λοιπόν το φουκαρά.
Εγώ, κορίτσι μου γλυκό, έχω εσένα
αντί γι’ αυτά τα μεγαλεία, τα παλάτια, τα λεφτά.
Εγώ κορίτσι μου είμαι μια χαρά
να κλαις τον άλλονε λοιπόν, τον φουκαρά.
Κονομάει, τη βγάζει φίνα,
στη Μαγιόρκα, στα καζίνα
και ξαφνικά παθαίνει συγκοπή.
Κάνει μια ζωή στρωμένη,
με γυναίκα κι ερωμένη
και ξαφνικά παθαίνει συγκοπή.
Γι’ αυτό σου λέω μη μου λες εμένα
για όλα αυτά τα μεγαλεία, τα παλάτια, τα λεφτά.
Γι’ αυτό σου λέω εγώ είμαι μια χαρά
να κλαις τον άλλονε λοιπόν το φουκαρά.
Εγώ, κορίτσι μου γλυκό, έχω εσένα
αντί γι’ αυτά τα μεγαλεία, τα παλάτια, τα λεφτά.
Εγώ κορίτσι μου είμαι μια χαρά
να κλαις τον άλλονε λοιπόν, τον φουκαρά.
|
Έchi amáksi, échi spíti,
óla ta ‘chi ki ómos plítti
ke ksafniká patheni sigkopí.
Kséri kólpa, échi thésis,
metochés ke katathésis
ke ksafniká patheni sigkopí.
Gi’ aftó su léo mi mu les eména
gia óla aftá ta megalia, ta palátia, ta leftá.
Gi’ aftó su léo egó ime mia chará
na kles ton állone lipón to fukará.
Egó, korítsi mu glikó, écho eséna
antí gi’ aftá ta megalia, ta palátia, ta leftá.
Egó korítsi mu ime mia chará
na kles ton állone lipón, ton fukará.
Konomái, ti vgázi fína,
sti Magiórka, sta kazína
ke ksafniká patheni sigkopí.
Káni mia zoí stroméni,
me gineka ki eroméni
ke ksafniká patheni sigkopí.
Gi’ aftó su léo mi mu les eména
gia óla aftá ta megalia, ta palátia, ta leftá.
Gi’ aftó su léo egó ime mia chará
na kles ton állone lipón to fukará.
Egó, korítsi mu glikó, écho eséna
antí gi’ aftá ta megalia, ta palátia, ta leftá.
Egó korítsi mu ime mia chará
na kles ton állone lipón, ton fukará.
|