Ένα πουλί στην ποταμιά
δεν φτεροκοπάει δεν τραγουδάει
Κουρνιάζει σε μια καλαμιά
κι όλο τις φτερούγες του μαδάει
Μόνο σαν πέφτει δειλινό
πάνω απ’ τους φαντάρους φτερουγίζει
Άχ το πουλάκι τ’ ορφανό
σάμπως να ’ναι άνθρωπος δακρύζει
Άχ το πουλί που δεν λαλεί
είναι η μάνα του η πικραμένη
που μέρα νύχτα στο σκαλί
το μικρό μου αδέρφι περιμένει
Μάνα δεν έχει γυρισμό
το ‘βαλεν ο Χάροντας σημάδι
Μην πλύνεις του πουκάμισο
μη του στρώσεις για να `ρθει το βράδυ
|
Έna pulí stin potamiá
den fterokopái den tragudái
Kurniázi se mia kalamiá
ki ólo tis fteruges tu madái
Móno san péfti dilinó
páno ap’ tus fantárus fterugizi
Άch to puláki t’ orfanó
sábos na ’ne ánthropos dakrízi
Άch to pulí pu den lali
ine i mána tu i pikraméni
pu méra níchta sto skalí
to mikró mu adérfi periméni
Mána den échi girismó
to ‘valen o Chárontas simádi
Min plínis tu pukámiso
mi tu strósis gia na `rthi to vrádi
|