Ένας φίλος που ήξερε τα πάντα για μας
με ρωτούσε απόψε για σένα.
Με ρωτούσε πώς είσαι, τι κάνεις.
Του ’πα πως λείπεις ταξίδι στους δρόμους της λύπης
και πως θα ’ρθεις.
Μα εσύ, πού να με θυμηθείς;
Είχα χρόνια να μιλήσω για σένα,
είχα χρόνια να μιλήσω για μας.
Τα δικά μας τα κρατάω για μένα,
τα δικά μας τα κρατάω για μας.
Ένας φίλος που ήξερε τα πάντα για μας
μου μιλούσε συνέχεια για σένα.
Μου μιλούσε και με γυρνούσε σε μέρες παλιές,
όμορφες μέρες, σε μέρες πολύ μακρινές.
Είχα χρόνια να μιλήσω για σένα,
είχα χρόνια να μιλήσω για μας.
Τα δικά μας τα κρατάω για μένα,
τα δικά μας τα κρατάω για μας.
|
Έnas fílos pu íksere ta pánta gia mas
me rotuse apópse gia séna.
Me rotuse pós ise, ti kánis.
Tu ’pa pos lipis taksídi stus drómus tis lípis
ke pos tha ’rthis.
Ma esí, pu na me thimithis;
Icha chrónia na milíso gia séna,
icha chrónia na milíso gia mas.
Ta diká mas ta kratáo gia ména,
ta diká mas ta kratáo gia mas.
Έnas fílos pu íksere ta pánta gia mas
mu miluse sinéchia gia séna.
Mu miluse ke me girnuse se méres paliés,
ómorfes méres, se méres polí makrinés.
Icha chrónia na milíso gia séna,
icha chrónia na milíso gia mas.
Ta diká mas ta kratáo gia ména,
ta diká mas ta kratáo gia mas.
|