Αγάπη δε μου έδωσες ποτέ σου
δεν είπες μια κουβέντα τρυφερή
με είχες όπως πίνεις τον καφέ σου
και μ’ άφησες να ζω μες στην σιωπή.
Μέσα στην πίστα του ουρανού
με την κραυγή του αετού
θα σου φωνάξω πως δεν λύγισα ποτέ μου
και θα χαθώ στη ζεϊμπεκιά
μα τη δική σου μαχαιριά
θα τη φυλάξω σαν ενθύμιο πολέμου.
Μπορεί βαθιά μου μέσα να πονάω
απ’ τη δική σου φως μου μαχαιριά
μα έχω το κουράγιο και θα πάω
να κτίσω την καινούργια μου φωλιά.
Μέσα στην πίστα του ουρανού
με την κραυγή του αετού
θα σου φωνάξω πως δεν λύγισα ποτέ μου
και θα χαθώ στη ζεϊμπεκιά
μα τη δική σου μαχαιριά
θα τη φυλάξω σαν ενθύμιο πολέμου.
|
Agápi de mu édoses poté su
den ipes mia kuvénta triferí
me iches ópos pínis ton kafé su
ke m’ áfises na zo mes stin siopí.
Mésa stin písta tu uranu
me tin kravgí tu aetu
tha su fonákso pos den lígisa poté mu
ke tha chathó sti zeibekiá
ma ti dikí su macheriá
tha ti filákso san enthímio polému.
Bori vathiá mu mésa na ponáo
ap’ ti dikí su fos mu macheriá
ma écho to kurágio ke tha páo
na ktíso tin kenurgia mu foliá.
Mésa stin písta tu uranu
me tin kravgí tu aetu
tha su fonákso pos den lígisa poté mu
ke tha chathó sti zeibekiá
ma ti dikí su macheriá
tha ti filákso san enthímio polému.
|