Ο άγγελός μου βγαίνει από τη λήθη
τότε που ξυπνάει το γιασεμί.
Μ’ όνειρα τη θλίψη μου τυλίγει
και γυρνάει στους δρόμους σαν παιδί.
Ψάχνει στα κενά των λέξεων μου
να βρει μιαν ανθρώπινη λαλιά.
Nα βρει γιατρικό στον πυρετό μου,
να βρει μιαν αλήθεια στην ψευτιά.
Να βρει γιατρικό στον πυρετό μου,
να βρει μιαν αλήθεια στην ψευτιά.
Μα το ξέρει ο ίδιος κι ας σωπαίνει ,
πως το μόνο που με κατοικεί
και το μαύρο δάκρυ μου υφαίνει,
είναι μια κοπέλα από κερί.
Ξέρει, επίσης, πως την αγαπάω
κι ας μου δίνει μόνο στεναγμούς.
Μα, όσες ώρες κι αν την τραγουδάω,
δε γιατρεύομαι, θολώνει ο νους.
Μα, όσες ώρες κι αν την τραγουδάω,
δε γιατρεύομαι, θολώνει ο νους.
Ο άγγελός μου χάθηκε ένα βράδυ
μέσα στου μυαλού μου τις σπηλιές.
Κι έμεινα παρέα με το σκοτάδι,
σφίγγοντας στα όνειρα θηλιές.
Τι θα μ’ ωφελήσει να τον ψάξω;
Και μαζί του θα `μαι μοναχός.
Πως να με βοηθήσει, αφού ξέρω
πως την ερωτεύτηκε κι αυτός;
Πως να με βοηθήσει, αφού ξέρω
πως την ερωτεύτηκε κι αυτός;
|
O ángelós mu vgeni apó ti líthi
tóte pu ksipnái to giasemí.
M’ ónira ti thlípsi mu tilígi
ke girnái stus drómus san pedí.
Psáchni sta kená ton lékseon mu
na vri mian anthrópini laliá.
Na vri giatrikó ston piretó mu,
na vri mian alíthia stin pseftiá.
Na vri giatrikó ston piretó mu,
na vri mian alíthia stin pseftiá.
Ma to kséri o ídios ki as sopeni ,
pos to móno pu me katiki
ke to mavro dákri mu ifeni,
ine mia kopéla apó kerí.
Kséri, epísis, pos tin agapáo
ki as mu díni móno stenagmus.
Ma, óses óres ki an tin tragudáo,
de giatrevome, tholóni o nus.
Ma, óses óres ki an tin tragudáo,
de giatrevome, tholóni o nus.
O ángelós mu cháthike éna vrádi
mésa stu mialu mu tis spiliés.
Ki émina paréa me to skotádi,
sfíngontas sta ónira thiliés.
Ti tha m’ ofelísi na ton psákso;
Ke mazí tu tha `me monachós.
Pos na me voithísi, afu kséro
pos tin eroteftike ki aftós;
Pos na me voithísi, afu kséro
pos tin eroteftike ki aftós;
|