Ένας χρυσός αποσπερίτης σημαδεύει
πάνω απ’ τα κάστρα της ψυχής σου την αντένα
κορμί που λούζεται στου έρωτα τη στέρνα
κι ύστερα μες στα δυο μου χέρια ταξιδεύει.
Δίχως αντίλαλο η νύχτα στη Ραστώνη
τ’ αστέρια γύρω σου μαζεύτηκαν σαν φίλες
Κοιμάται η γη απ’ τον Ινδό ως τις Αντίλλες
μα εγώ γεννιέμαι στο δικό σου το σεντόνι.
Κι όταν δειλά της χαραυγής κυλήσει η ρόδα
μες στα στενά της γειτονιάς και το λιμάνι
του πρωινού το μεθυσμένο καραβάνι
κατρακυλά μες στης κοιλάδας σου τα ρόδα.
|
Έnas chrisós aposperítis simadevi
páno ap’ ta kástra tis psichís su tin anténa
kormí pu luzete stu érota ti stérna
ki ístera mes sta dio mu chéria taksidevi.
Díchos antílalo i níchta sti Rastóni
t’ astéria giro su mazeftikan san fíles
Kimáte i gi ap’ ton Indó os tis Antílles
ma egó genniéme sto dikó su to sentóni.
Ki ótan dilá tis charavgís kilísi i róda
mes sta stená tis gitoniás ke to limáni
tu prinu to methisméno karaváni
katrakilá mes stis kiládas su ta róda.
|