Περίσσεψε η τύχη μου
και γκρέμισα τα τείχη μου
ότι αγαπούσα το ‘δωσα
κι ότι ποθούσα το ‘χασα.
Λένε οι ψυχολόγοι
κι οι φίλοι μου οι λόγιοι
“απλά τα πράγματα να λες
και στα τραγούδια να μην κλαις
να μην κλαις”.
Μα δω βαθιά στην κόλαση
έχουμε βρει μια όαση
αγάπες που σαλεύουνε
τα όνειρα διαλέγουνε.
Σα να μην έζησα ποτέ
σα να μην κοίταξα ψηλά απ’ το παραθύρι
δένδρα φυτρώνουν στις γωνιές
περνούν τα χρόνια
περνούν κι οι φίλοι…
Ευτυχείς, λυπημένοι και πότες
με κρασί, με καπνό, και δυο νότες
ταξιδέψαμ’ αργά, σε κρεβάτια ζεστά
μα θαρρώ πως ξυπνήσαμ’ αργά.
Περπατώ σ’ ένα κόσμο που αλλάζει
όπως τα ρούχα μας τα χθεσινά
βάζει κορδέλες και με ταράζει
βάφεται άλλος και προσπερνά.
|
Períssepse i tíchi mu
ke gkrémisa ta tichi mu
óti agapusa to ‘dosa
ki óti pothusa to ‘chasa.
Léne i psichológi
ki i fíli mu i lógii
“aplá ta prágmata na les
ke sta tragudia na min kles
na min kles”.
Ma do vathiá stin kólasi
échume vri mia óasi
agápes pu salevune
ta ónira dialégune.
Sa na min ézisa poté
sa na min kitaksa psilá ap’ to parathíri
déndra fitrónun stis goniés
pernun ta chrónia
pernun ki i fíli…
Eftichis, lipiméni ke pótes
me krasí, me kapnó, ke dio nótes
taksidépsam’ argá, se krevátia zestá
ma tharró pos ksipnísam’ argá.
Perpató s’ éna kósmo pu allázi
ópos ta rucha mas ta chthesiná
vázi kordéles ke me tarázi
váfete állos ke prosperná.
|