Αχ βρε καρδιά, πως θες να κινδυνεύεις
και σε νερά βαθιά να ταξιδεύεις
καλά καλά ακόμα δεν την είδες
και ξαφνικά με γέμισες ελπίδες.
Ποιος Θεός ποια κόλασή μου
σε έφερε απέναντί μου
πως μια τάξη να επιβάλλω
αφού είδα το σινιάλο.
Δυο φωτιές μια ζωή
πάμε κι ας μην είμαστε μαζί
δεν μπορώ, δεν μπορείς
να αρνηθούμε την τρέλα της στιγμής.
Αχ βρε καρδιά, καθόλου δεν προσέχεις
πάντοτε θες εκείνο που δεν έχεις
με μια ματιά και στο φεγγάρι φτάνεις
για ένα φιλί πολλά τολμάς να κάνεις.
Ποιος Θεός ποια κόλασή μου
σε έφερε απέναντί μου
πως μια τάξη να επιβάλω
αφού είδα το σινιάλο.
Δυο φωτιές μια ζωή
πάμε κι ας μην είμαστε μαζί
δεν μπορώ, δεν μπορείς
να αρνηθούμε την τρέλα της στιγμής.
|
Ach vre kardiá, pos thes na kindinevis
ke se nerá vathiá na taksidevis
kalá kalá akóma den tin ides
ke ksafniká me gémises elpídes.
Pios Theós pia kólasí mu
se éfere apénantí mu
pos mia táksi na epivállo
afu ida to siniálo.
Dio fotiés mia zoí
páme ki as min imaste mazí
den boró, den boris
na arnithume tin tréla tis stigmís.
Ach vre kardiá, kathólu den proséchis
pántote thes ekino pu den échis
me mia matiá ke sto fengári ftánis
gia éna filí pollá tolmás na kánis.
Pios Theós pia kólasí mu
se éfere apénantí mu
pos mia táksi na epiválo
afu ida to siniálo.
Dio fotiés mia zoí
páme ki as min imaste mazí
den boró, den boris
na arnithume tin tréla tis stigmís.
|