Στην έκθεση των λουλουδιών, τ’ αρχαία ανθεστήρια
ποια λέξη είπες κι έλυσες του κόσμου τα μυστήρια
και του κυπαρισσιού η καρδιά στου έρωτα τους χτύπους
κι ο Τρύφωνας των αμπελιών ευχολογάει στους κήπους
Πίσω από μάσκες έβλεπες ποιος να κρυφτεί από σένα
μια μεθυσμένη αποκριά απ’ το δικό σου βλέμμα
τα χιόνια εκείνη τη χρονιά τα δέντρα έξω στολίσαν
μα εσύ μια λέξη φώναξες κι οι μυγδαλιές ανθίσαν
Τον μήνα της συγχώρεσης στο τέλος του χειμώνα
τα δυο σου μάτια σαν πυρσούς θα τα θυμάμαι αιώνια
μες στην γιορτή των χωρισμών με γέλιο πικραμένο
ο παιδικός μου έρωτας σαν μέλι ναρκωμένο
|
Stin ékthesi ton luludión, t’ archea anthestíria
pia léksi ipes ki élises tu kósmu ta mistíria
ke tu kiparissiu i kardiá stu érota tus chtípus
ki o Trífonas ton abelión efchologái stus kípus
Píso apó máskes évlepes pios na krifti apó séna
mia methisméni apokriá ap’ to dikó su vlémma
ta chiónia ekini ti chroniá ta déntra ékso stolísan
ma esí mia léksi fónakses ki i migdaliés anthísan
Ton mína tis sigchóresis sto télos tu chimóna
ta dio su mátia san pirsus tha ta thimáme eónia
mes stin giortí ton chorismón me gélio pikraméno
o pedikós mu érotas san méli narkoméno
|