Θύμωνε το σκοτάδι και πλήγωνε τα μάτια μου
Δεν είχα πια να μοιραστώ τίποτα με κανένα
Έβλεπα τη φωτιά που ερχόταν κατά πάνω μου
Και δρόσιζα τη σκέψη μου με σένα…
Έσταζε το φεγγάρι τη θλίψη του στα χείλη μου
Βούλιαζα σ’ ένα πικρό απόκοσμο πυθμένα
Έβλεπα τη φωτιά που ερχόταν κατά πάνω μου
Και δρόσιζα τη σκέψη μου με σένα…
Γρύλιζε σαν θηρίο δεμένο η αγάπη μου
Κι άπλωνε στο κρεβάτι μου μια θάλασσα από αίμα
Έβλεπα τη φωτιά που ερχόταν κατά πάνω μου
Και δρόσιζα τη σκέψη μου με σένα…
Άδειαζε ο ουρανός όλο το φως επάνω μου
Κι έπεφταν στο κεφάλι μου τ’ αστέρια ένα ένα
Έβλεπα τη φωτιά που ερχόταν κατά πάνω μου
Και δρόσιζα τη σκέψη μου με σένα…
|
Thímone to skotádi ke plígone ta mátia mu
Den icha pia na mirastó típota me kanéna
Έvlepa ti fotiá pu erchótan katá páno mu
Ke drósiza ti sképsi mu me séna…
Έstaze to fengári ti thlípsi tu sta chili mu
Ouliaza s’ éna pikró apókosmo pithména
Έvlepa ti fotiá pu erchótan katá páno mu
Ke drósiza ti sképsi mu me séna…
Grílize san thirío deméno i agápi mu
Ki áplone sto kreváti mu mia thálassa apó ema
Έvlepa ti fotiá pu erchótan katá páno mu
Ke drósiza ti sképsi mu me séna…
Άdiaze o uranós ólo to fos epáno mu
Ki épeftan sto kefáli mu t’ astéria éna éna
Έvlepa ti fotiá pu erchótan katá páno mu
Ke drósiza ti sképsi mu me séna…
|