Άμα σου δείξω τις πληγές
που είναι η καρδιά γεμάτη
σαν τον κισσό θα μαραθείς
θα γέρνεις ν’ αποκοιμηθείς, αγάπη μου,
και δε θα κλείνεις μάτι.
Χίλια ποτάμια γέμισα
από τα δάκρυά μου
κι όταν εγύρεψα νερό
ήταν σαν θάλασσα αλμυρό, αγάπη μου,
θολό σαν την καρδιά μου.
Φύγε λοιπόν, μη στέκεσαι
να με παρηγορήσεις
γιατί κοντά μου θα χαθείς
σαν το πουλάκι της βροχής, αγάπη μου,
προτού να φτερουγίσεις.
|
Άma su dikso tis pligés
pu ine i kardiá gemáti
san ton kissó tha marathis
tha gérnis n’ apokimithis, agápi mu,
ke de tha klinis máti.
Chília potámia gémisa
apó ta dákriá mu
ki ótan egirepsa neró
ítan san thálassa almiró, agápi mu,
tholó san tin kardiá mu.
Fíge lipón, mi stékese
na me parigorísis
giatí kontá mu tha chathis
san to puláki tis vrochís, agápi mu,
protu na fterugisis.
|