Κούρνιαζες σαν το πουλάκι
μες στα στήθια μου,
σου `χα δώσει την καρδιά μου
και την αλήθεια μου.
Και φτερούγισες μια νύχτα
με αδύνατα φτερά,
κι έγιν’ η χαρά μας πίκρα,
δάκρυα και συμφορά.
Και τώρα που σε δέρνουν αστραπές
για πες μου που κουρνιάζεις τις νυχτιές,
για πες μου τον καημό σου που τον λες,
για πες μου γιατί έφυγες και κλαις.
Κούρνιαζες στην αγκαλιά μου
περιστέρι μου,
σου `χα σκέπη την καρδιά μου
και το χέρι μου.
Σου `χα σκέπη την καρδιά μου
κι ένα χέρι αντρικό,
τώρα πια δε θα `χεις ταίρι
μες στον κόσμο τον κακό.
Και τώρα που σε δέρνουν αστραπές
για πες μου που κουρνιάζεις τις νυχτιές,
για πες μου τον καημό σου που τον λες,
για πες μου γιατί έφυγες και κλαις.
|
Kurniazes san to puláki
mes sta stíthia mu,
su `cha dósi tin kardiá mu
ke tin alíthia mu.
Ke fterugises mia níchta
me adínata fterá,
ki égin’ i chará mas píkra,
dákria ke simforá.
Ke tóra pu se dérnun astrapés
gia pes mu pu kurniázis tis nichtiés,
gia pes mu ton kaimó su pu ton les,
gia pes mu giatí éfiges ke kles.
Kurniazes stin agkaliá mu
peristéri mu,
su `cha sképi tin kardiá mu
ke to chéri mu.
Su `cha sképi tin kardiá mu
ki éna chéri antrikó,
tóra pia de tha `chis teri
mes ston kósmo ton kakó.
Ke tóra pu se dérnun astrapés
gia pes mu pu kurniázis tis nichtiés,
gia pes mu ton kaimó su pu ton les,
gia pes mu giatí éfiges ke kles.
|