Τα ‘παμε ξεκάθαρα από την πρώτη ώρα,
είμαστε για τώρα, όχι για πολύ,
βάλε τη ζακέτα σου, κουμπώσου και προχώρα,
τούτη η κωμωδία κράτησε πολύ.
Τα ‘θελες και τα ‘θελα, αυτή είναι η αλήθεια,
όλες μου οι κουβέντες ντόμπρες και βαριές,
με τη φαντασία σου μη φτιάχνεις παραμύθια,
είμαι μαθημένος στις ανηφοριές.
Ήρθα, στα μπεγλέρισα, σου τα ‘ριξα τα πήρες,
ήτανε για τόσο, άλλο δεν μπορώ,
έτυχε να είμαι απ’ αυτούς τους χαρακτήρες,
τα ‘χασα, τα πήρες και αναχωρώ.
Είμαι ασυμβίβαστος, ελεύθερος κι αλάνης,
το νοικοκυριό μου, κεραμιδαρειό,
τα μπερδεματάκια και τις πλάκες που μου κάνεις,
τζάμπα μου τα κάνεις, είμαι από χωριό.
|
Ta ‘pame ksekáthara apó tin próti óra,
imaste gia tóra, óchi gia polí,
vále ti zakéta su, kubósu ke prochóra,
tuti i komodía krátise polí.
Ta ‘theles ke ta ‘thela, aftí ine i alíthia,
óles mu i kuvéntes ntóbres ke variés,
me ti fantasía su mi ftiáchnis paramíthia,
ime mathiménos stis aniforiés.
Ήrtha, sta beglérisa, su ta ‘riksa ta píres,
ítane gia tóso, állo den boró,
étiche na ime ap’ aftus tus charaktíres,
ta ‘chasa, ta píres ke anachoró.
Ime asimvívastos, eleftheros ki alánis,
to nikokirió mu, keramidarió,
ta berdematákia ke tis plákes pu mu kánis,
tzába mu ta kánis, ime apó chorió.
|