Στην πιο δύσκολή μου ώρα, μες στ’ αγιάζι και τη μπόρα,
φεύγεις και μ’ αφήνεις μόνο να παλεύω με τον πόνο,
σαν το ναυαγό στο κύμα με παράτησες, τι κρίμα,
δες πως έχω πια τελειώσει και κανείς δε θα με σώσει.
Και μη λες ότι λυπάσαι,
είμαι βράχος και αντέχω,
στο κορμί και την ψυχή σου
την σφραγίδα μου θα έχω.
Δε γυρεύω απαντήσεις, ούτε θέλω εξηγήσεις,
μου χρωστάς, δε σου χρωστάω κι όσα ζήσαμε κρατάω,
η παράσταση τελειώνει και το όνειρο θαμπώνει,
μια αγάπη πιο μεγάλη στην καρδιά μου έχω βάλει.
Και μη λες ότι λυπάσαι,
είμαι βράχος και αντέχω,
στο κορμί και την ψυχή σου
την σφραγίδα μου θα έχω.
|
Stin pio dískolí mu óra, mes st’ agiázi ke ti bóra,
fevgis ke m’ afínis móno na palevo me ton póno,
san to nafagó sto kíma me parátises, ti kríma,
des pos écho pia teliósi ke kanis de tha me sósi.
Ke mi les óti lipáse,
ime vráchos ke antécho,
sto kormí ke tin psichí su
tin sfragida mu tha écho.
De girevo apantísis, ute thélo eksigísis,
mu chrostás, de su chrostáo ki ósa zísame kratáo,
i parástasi telióni ke to óniro thabóni,
mia agápi pio megáli stin kardiá mu écho váli.
Ke mi les óti lipáse,
ime vráchos ke antécho,
sto kormí ke tin psichí su
tin sfragida mu tha écho.
|