Δε θα ξαναπώ χαρούμενα τραγούδια
και θα φορέσω και μαύρη φορεσιά,
με την θλιμμένη μου πενιά σ’ ένα πικρό ντουζένι
θα κλαίω την αγάπη μου που είναι πια χαμένη,
θα κλαίω την αγάπη μου που είναι πια χαμένη.
Κλάψε θλιμμένη μου καρδιά,
κλάψε να βρεις παρηγοριά,
κλάψε να βρεις παρηγοριά,
κλάψε θλιμμένη μου καρδιά.
Μόνος θα γυρνώ στις έρημες τις στράτες
κι όπου με βγάλει η μαύρη απελπισιά,
θα τραγουδώ τον πόνο μου σε κάθε μονοπάτι,
στην ερημιά, να μη με δει ποτέ ανθρώπου μάτι,
στην ερημιά, να μη με δει ποτέ ανθρώπου μάτι.
Κλάψε θλιμμένη μου καρδιά,
κλάψε να βρεις παρηγοριά,
κλάψε να βρεις παρηγοριά,
κλάψε θλιμμένη μου καρδιά.
|
De tha ksanapó charumena tragudia
ke tha foréso ke mavri foresiá,
me tin thlimméni mu peniá s’ éna pikró ntuzéni
tha kleo tin agápi mu pu ine pia chaméni,
tha kleo tin agápi mu pu ine pia chaméni.
Klápse thlimméni mu kardiá,
klápse na vris parigoriá,
klápse na vris parigoriá,
klápse thlimméni mu kardiá.
Mónos tha girnó stis érimes tis strátes
ki ópu me vgáli i mavri apelpisiá,
tha tragudó ton póno mu se káthe monopáti,
stin erimiá, na mi me di poté anthrópu máti,
stin erimiá, na mi me di poté anthrópu máti.
Klápse thlimméni mu kardiá,
klápse na vris parigoriá,
klápse na vris parigoriá,
klápse thlimméni mu kardiá.
|