Ξέρω ένα γέρο τρελό, τσάντα κρατάει.
Η πόλη τοπίο θολό, μα αυτός προσπερνάει.
Περνά τα φανάρια ανοιχτά, δε σταματάει.
Σκουπίδια μαζεύει συχνά, κανείς δε ρωτάει.
Μήπως πεινάει.
Μα ο γέρος μιλάει δυνατά, γελάει και κλαίει
Πως είμαστε όλοι σκατά, αλήθεια μας λέει
Πολέμησε, λέει, στα βουνά, και κάπου στην Κρήτη
“Φύγε, αλήτη! Φύγε, ρε αλήτη!”
Μα ο γέρος δεν πάει πουθενά, λέει ένα “όχι”
Και περνά, και περνά…
Ο γέρος με πιάνει σφιχτά, τον λένε Δημήτρη
Με ρώτησε αν έχω λεφτά, κι αν έχω σπίτι
Κοιτάζω αν έχω ψιλά, το χέρι μου πιάνει
Μου λέει μόνο πως με ρωτά, μήπως πεθάνει
Ξανά, ξανά…
Ο γέρος μιλάει δυνατά, φωνάζει και λέει
Που πήγανε όλα σκατά, δεν ξέρει τι φταίει
Πολέμησε για τα παιδιά και για ένα σπίτι
Τον λένε αλήτη, “φύγε ρε αλήτη”
Μα ο γέρος γυρνά, τους γελά
Βγάζει ένα όπλο
Και περνά στο μετά…
|
Kséro éna géro treló, tsánta kratái.
I póli topío tholó, ma aftós prospernái.
Perná ta fanária anichtá, de stamatái.
Skupídia mazevi sichná, kanis de rotái.
Mípos pinái.
Ma o géros milái dinatá, gelái ke klei
Pos imaste óli skatá, alíthia mas léi
Polémise, léi, sta vuná, ke kápu stin Kríti
“Fíge, alíti! Fíge, re alíti!”
Ma o géros den pái puthená, léi éna “óchi”
Ke perná, ke perná…
O géros me piáni sfichtá, ton léne Dimítri
Me rótise an écho leftá, ki an écho spíti
Kitázo an écho psilá, to chéri mu piáni
Mu léi móno pos me rotá, mípos petháni
Ksaná, ksaná…
O géros milái dinatá, fonázi ke léi
Pu pígane óla skatá, den kséri ti ftei
Polémise gia ta pediá ke gia éna spíti
Ton léne alíti, “fíge re alíti”
Ma o géros girná, tus gelá
Ogázi éna óplo
Ke perná sto metá…
|