Μη μου σπας τα μπιμπίκια, κατσίκα,
να με ξύσεις σου ζήτησα μόνο
δε γουστάρω τα χάδια, τον πόνο,
στις κερκίδες μονάχα τελειώνω
Μέχρι να γίνει η Δευτέρα Παρουσία
εγώ θα είμαι Αμερική κι εσύ Ρωσία
θα κάνω τρέλες και θα τρώω το καταπέτασμα
κι εσύ θα λιώνεις και θα κλαις στο παραπέτασμα
Λαχείο η αγάπη σου, λαχείο,
λαχείο που κερδίζει ο ένας στους δύο
λαχείο, ο λαχνός ο πιο μεγάλος
δεν ειμ’ εγώ ο τυχερός, είναι ο άλλος
Είμαστε δυο υπερδυνάμεις
που πολεμάμε σ’ ένα ντιβάνι
και σπαταλάμε κάποιες δυνάμεις
που εξατμίζονται, καπνίζονται, κοιτώντας το ταβάνι
|
Mi mu spas ta bibíkia, katsíka,
na me ksísis su zítisa móno
de gustáro ta chádia, ton póno,
stis kerkídes monácha telióno
Méchri na gini i Deftéra Parusía
egó tha ime Amerikí ki esí Rosía
tha káno tréles ke tha tróo to katapétasma
ki esí tha liónis ke tha kles sto parapétasma
Lachio i agápi su, lachio,
lachio pu kerdízi o énas stus dío
lachio, o lachnós o pio megálos
den im’ egó o ticherós, ine o állos
Imaste dio iperdinámis
pu polemáme s’ éna ntiváni
ke spataláme kápies dinámis
pu eksatmízonte, kapnízonte, kitóntas to taváni
|