Το φως σου ερωτεύθηκα
και τις χρυσές σου αχτίδες,
την μέρα σε παντρεύτηκα
και γέμισα μ’ ελπίδες.
Πρωί και με ερωτεύθηκες,
τι ζεστασιά που είχες,
πρωί που με παντρεύτηκες
το σ’ αγαπώ μου είπες
Ήλιε που βασίλεψες,
στο σούρουπο μου μίσεψες
Ήλιε που μ’ αγάπησες,
στα δειλινά γονάτισες
Και χίλιες δύο προσευχές ,
μου είπες άγγελέ μου,
αχ ήλιε και καμάρι μου,
και χρυσοφύλακέ μου
Μα δεν μου είπες Ήλιε μου
πως θα κρυφτείς στη Δύση,
ούτε μου είπες Ήλιε μου,
η Ανατολή θα αργήσει
Ήλιε που βασίλεψες,
στο σούρουπο μου μίσεψες
Ήλιε που μ’ αγάπησες,
στα δειλινά γονάτισες
|
To fos su erotefthika
ke tis chrisés su achtídes,
tin méra se pantreftika
ke gémisa m’ elpídes.
Pri ke me erotefthikes,
ti zestasiá pu iches,
pri pu me pantreftikes
to s’ agapó mu ipes
Ήlie pu vasílepses,
sto surupo mu mísepses
Ήlie pu m’ agápises,
sta diliná gonátises
Ke chílies dío prosefchés ,
mu ipes ángelé mu,
ach ílie ke kamári mu,
ke chrisofílaké mu
Ma den mu ipes Ήlie mu
pos tha kriftis sti Dísi,
ute mu ipes Ήlie mu,
i Anatolí tha argísi
Ήlie pu vasílepses,
sto surupo mu mísepses
Ήlie pu m’ agápises,
sta diliná gonátises
|