Φωτιές τ’ ουρανού, φωτιά στο νου
γεννιέται μες στις στάχτες ο Θεός
κι όποιος λυγάει, μα μένει ορθός
φλόγες πηδάει
Καπνός μακριά, στον κάμπο βαθιά
άνεμος ροδοπέταλα σκορπάει
το αύριο ψηλά, φρουρός στην σκοπιά
αμίλητο κοιτάει
Αλλάζει στη στιγμή σαν τοπίο σ’ εκδρομή
η μέρα, η εποχή
θα μοιάζει μ’ ένα φως της αγάπης ο καρπός
σαν δώρο, σαν ευχή
Κήπος μικρός η ψυχή μου κλειστός
θάλασσα μεγάλη ν’ ανοιχτεί
να `χω βοηθό σύμμαχο αγνό
σ’ αυτόν το λαμπαρδιάρη τον καιρό
|
Fotiés t’ uranu, fotiá sto nu
genniéte mes stis stáchtes o Theós
ki ópios ligái, ma méni orthós
flóges pidái
Kapnós makriá, ston kábo vathiá
ánemos rodopétala skorpái
to avrio psilá, frurós stin skopiá
amílito kitái
Allázi sti stigmí san topío s’ ekdromí
i méra, i epochí
tha miázi m’ éna fos tis agápis o karpós
san dóro, san efchí
Kípos mikrós i psichí mu klistós
thálassa megáli n’ anichti
na `cho voithó símmacho agnó
s’ aftón to labardiári ton keró
|