Το σώμα που αγγίζεις απόψε με πάθος
το πήρανε κι άλλες αγάπες πολλές,
σε λάθος ταξίδια, σε έρωτες λάθος,
σαν τον Οδυσσέα πλανήθηκε, δες.
Τώρα βρήκε Ιθάκη, βρήκε πάτρια νερά,
τώρα αυτό το σώμα αγαπά πρώτη φορά.
Το σώμα που αγγίζεις σφιχτά κράτησέ το,
καρδιά μου, στα χέρια σου μόνο χωρά.
Μου λέγαν για αγάπη και γέλαγα η ηλίθια
σαν γίνηκε ιδρώτας η κάθε βραδιά.
Το σώμα είχε λάσπη και πέτρα στα στήθια
και έπλασε μέσα απ’ τη λάσπη καρδιά.
|
To sóma pu angizis apópse me páthos
to pírane ki álles agápes pollés,
se láthos taksídia, se érotes láthos,
san ton Odisséa planíthike, des.
Tóra vríke Itháki, vríke pátria nerá,
tóra aftó to sóma agapá próti forá.
To sóma pu angizis sfichtá krátisé to,
kardiá mu, sta chéria su móno chorá.
Mu légan gia agápi ke gélaga i ilíthia
san ginike idrótas i káthe vradiá.
To sóma iche láspi ke pétra sta stíthia
ke éplase mésa ap’ ti láspi kardiá.
|