Πέρασα μόνος μου στιγμές που ήταν όπως σαν να λες
πάνω στη γη άνθρωπος δεν υπάρχει.
Στερέψαν όλες οι πηγές και οι κουβέντες οι καλές
έμειναν πεταμένες σε μια άκρη.
Και πέρασαν και πέρασαν
απ’ τη ζωή μου πέρασαν
νύχτες που δεν ξημέρωσαν
μέρες που δεν ημέρωσαν.
Πέρασα μόνος μου στιγμές που ήταν όπως σαν να λες
και ο Θεός με έχει πια ξεχάσει.
Σε ζήτησα στις σιωπές, σ’ έψαξα μες στις αγκαλιές
μα η απουσία σου μ’ έχει ξεπεράσει.
Και πέρασαν και πέρασαν
απ’ τη ζωή μου πέρασαν
νύχτες που δεν ξημέρωσαν,
μέρες που δεν ημέρωσαν.
|
Pérasa mónos mu stigmés pu ítan ópos san na les
páno sti gi ánthropos den ipárchi.
Sterépsan óles i pigés ke i kuvéntes i kalés
éminan petaménes se mia ákri.
Ke pérasan ke pérasan
ap’ ti zoí mu pérasan
níchtes pu den ksimérosan
méres pu den imérosan.
Pérasa mónos mu stigmés pu ítan ópos san na les
ke o Theós me échi pia ksechási.
Se zítisa stis siopés, s’ épsaksa mes stis agkaliés
ma i apusía su m’ échi kseperási.
Ke pérasan ke pérasan
ap’ ti zoí mu pérasan
níchtes pu den ksimérosan,
méres pu den imérosan.
|