Της μοίρας μου ήτανε γραμμένο
κι αγάπησα έναν παντρεμένο
με μιαν ευαίσθητη καρδιά,
το ένα πίσω απ’ τ’ άλλο τρένο
χάνω κι ακόμα περιμένω
να μεγαλώσουν τα παιδιά
κι είναι ήδη αργά.
Σ’ αυτό το τρίο έπιασε κρύο
έπιασε κρύο, καιρός για δύο.
Εγώ που σκέφτομαι την άλλη
σέρνω το μαύρο μου το χάλι
σε αστρολόγους και γιατρούς,
η άλλη, άλλο ζώον, πάλι
κλαίει αγκαλιά μ’ ένα μπουκάλι
για τους χαμένους θησαυρούς,
αχ! τους θησαυρούς.
Σ’ αυτό το τρίο έπιασε κρύο
έπιασε κρύο, καιρός για δύο.
Κι αυτός ο δόλιος έχει μπλέξει,
με δυο γυναίκες πώς ν’ αντέξει;
τι να σου κάνει ένα κορμί;
μα αφού δεν λέει να διαλέξει
θα πω την τελευταία λέξη
φτάνει να βρω την αφορμή,
αχ! την αφορμή.
Σ’ αυτό το τρίο έπιασε κρύο
έπιασε κρύο, καιρός για δύο.
|
Tis miras mu ítane gramméno
ki agápisa énan pantreméno
me mian evesthiti kardiá,
to éna píso ap’ t’ állo tréno
cháno ki akóma periméno
na megalósun ta pediá
ki ine ídi argá.
S’ aftó to trío épiase krío
épiase krío, kerós gia dío.
Egó pu skéftome tin álli
sérno to mavro mu to cháli
se astrológus ke giatrus,
i álli, állo zóon, páli
klei agkaliá m’ éna bukáli
gia tus chaménus thisavrus,
ach! tus thisavrus.
S’ aftó to trío épiase krío
épiase krío, kerós gia dío.
Ki aftós o dólios échi bléksi,
me dio ginekes pós n’ antéksi;
ti na su káni éna kormí;
ma afu den léi na dialéksi
tha po tin teleftea léksi
ftáni na vro tin aformí,
ach! tin aformí.
S’ aftó to trío épiase krío
épiase krío, kerós gia dío.
|