Δεν μπορώ να τον δικαιολογήσω
και το λάθος του να συγχωρήσω πια
με τι καρδιά,
άσ’ τον στον τρελό εγωισμό του
μήπως βρει ξανά τον εαυτό του μα
είναι πια αργά.
Κανονικά θα έπρεπε να κλαίει και να ντρέπεται
που έφυγε και μ’ άφησε εδώ χωρίς ψυχή,
κανονικά και τίμια με κάθε ειλικρίνεια
θα έπρεπε το σφάλμα του να το παραδεχτεί.
Δεν μπορώ να ζω στα ψέματά του
μια σκιά κι εγώ στα όνειρά του πια
χωρίς καρδιά,
άσ’ τον να σκεφτεί τι έχει κάνει
όσο αδιαφορεί, εκείνος χάνει
και δε μ’ ένιωσε ποτέ.
Κανονικά θα έπρεπε να κλαίει και να ντρέπεται
που έφυγε και μ’ άφησε εδώ χωρίς ψυχή,
κανονικά και τίμια με κάθε ειλικρίνεια
θα έπρεπε το σφάλμα του να το παραδεχτεί.
|
Den boró na ton dikeologíso
ke to láthos tu na sigchoríso pia
me ti kardiá,
ás’ ton ston treló egismó tu
mípos vri ksaná ton eaftó tu ma
ine pia argá.
Kanoniká tha éprepe na klei ke na ntrépete
pu éfige ke m’ áfise edó chorís psichí,
kanoniká ke tímia me káthe ilikrínia
tha éprepe to sfálma tu na to paradechti.
Den boró na zo sta psématá tu
mia skiá ki egó sta ónirá tu pia
chorís kardiá,
ás’ ton na skefti ti échi káni
óso adiafori, ekinos cháni
ke de m’ éniose poté.
Kanoniká tha éprepe na klei ke na ntrépete
pu éfige ke m’ áfise edó chorís psichí,
kanoniká ke tímia me káthe ilikrínia
tha éprepe to sfálma tu na to paradechti.
|