Είσαι ωραία, θαύμα, σαν νεράιδα,
έχεις κάλλη που δεν τα ξανάειδα,
σαν χρυσά κρυστάλλινα παλάτια,
που με τη λάμψη τους θαμπώνουνε τα μάτια.
Έχεις μάτια μαύρα που μαγεύουν,
έχεις χείλη φίνα που πλανεύουν,
θα `δινα και τη ζωή μου ακόμα,
για να σε φίλαγα νεράιδα μου στο στόμα.
Είσαι νάζι, σκέρτσο και καμάρι,
πόσους στο λαιμό σου να ‘χεις πάρει,
να ‘ξερα τη δίψα τους δε σβήνει,
αυτά τα χείλη σου που μοιάζουν σαν ρουμπίνι
|
Ise orea, thafma, san neráida,
échis kálli pu den ta ksanáida,
san chrisá kristállina palátia,
pu me ti lámpsi tus thabónune ta mátia.
Έchis mátia mavra pu magevun,
échis chili fína pu planevun,
tha `dina ke ti zoí mu akóma,
gia na se fílaga neráida mu sto stóma.
Ise názi, skértso ke kamári,
pósus sto lemó su na ‘chis pári,
na ‘ksera ti dípsa tus de svíni,
aftá ta chili su pu miázun san rubíni
|