Ξημέρωσε και πάλι
και άδειο το μπουκάλι σαν την καρδιά μου.
Με ζώνουνε τα φίδια,
δεν είναι για παιχνίδια η μοναξιά μου.
Κάπου χαθήκαμε κι οι δυο μας
απ’ τον τρελό εγωισμό μας.
Κάπου χαθήκαμε, μα όμως
πάντα υπάρχει ένας δρόμος.
Κάπου χαθήκαμε, κάπου χαθήκαμε.
Φυσάει ένας αέρας
στο χάραμα της μέρας που με ζαλίζει.
Κι οι δυο μας μάλλον φταίμε,
ακόμα αναρωτιέμαι τι μας χωρίζει.
Κάπου χαθήκαμε κι οι δυο μας
απ’ τον τρελό εγωισμό μας.
Κάπου χαθήκαμε, μα όμως
πάντα υπάρχει ένας δρόμος.
Κάπου χαθήκαμε, κάπου χαθήκαμε.
|
Ksimérose ke páli
ke ádio to bukáli san tin kardiá mu.
Me zónune ta fídia,
den ine gia pechnídia i monaksiá mu.
Kápu chathíkame ki i dio mas
ap’ ton treló egismó mas.
Kápu chathíkame, ma ómos
pánta ipárchi énas drómos.
Kápu chathíkame, kápu chathíkame.
Fisái énas aéras
sto chárama tis méras pu me zalízi.
Ki i dio mas mállon fteme,
akóma anarotiéme ti mas chorízi.
Kápu chathíkame ki i dio mas
ap’ ton treló egismó mas.
Kápu chathíkame, ma ómos
pánta ipárchi énas drómos.
Kápu chathíkame, kápu chathíkame.
|